Υπό την Αιγίδα της Α.Ε. της Προέδρου της Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου

4. Ρυθμιστικό πλαίσιο

Περιεχόμενα Κεφαλαίου

4.1 Εισαγωγή 

Η ρύθμιση και ο καθορισμός του ρόλου της Κοινωνίας των Πολιτών (ΚτΠ) οφείλουν να διασφαλίζουν την ανεξαρτησία της, όπως και ​​την ελευθερία λόγου και δράσης, και παράλληλα να προστατεύουν τους φορείς της ΚτΠ και την ευρύτερη κοινωνία από ιδιοτελείς πρακτικές. Η ισορροπία αυτή αποτελεί το κύριο ζητούμενο στη χάραξη ρυθμίσεων και πολιτικών για την ΚτΠ.  

Στόχος του παρόντος κεφαλαίου είναι να διαπιστώσει παραλείψεις και αδυναμίες στο υπάρχον ρυθμιστικό πλαίσιο και παράλληλα να προτείνει ρυθμίσεις και κανονιστικό πλαίσιο που θα περιορίσουν αυτές τις αδυναμίες και θα βελτιώσουν τη λειτουργία των οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών (ΟΚοιΠ), τη σχέση τους με την πολιτεία και τη σύνδεσή τους με την ευρύτερη κοινωνία, μέσω σχέσης αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Επιπρόσθετα, λόγω της ιδιαίτερης σημασίας που έχει η εθελοντική προσφορά για τη λειτουργία της ΚτΠ, περιλαμβάνονται προτεινόμενες ρυθμίσεις που αφορούν τον εθελοντισμό και το πλαίσιο ενεργοποίησής του. Το κεφάλαιο αυτό αναλύει το τρέχον κανονιστικό πλαίσιο, κυρίως όπως εκφράζεται μέσα από τον Ν. 4873/2021, ενώ λαμβάνει υπόψη καλές πρακτικές από άλλες χώρες που μπορούν να ενταχθούν στο ελληνικό ρυθμιστικό πλαίσιο.  

4.2 Ανάλυση τρέχουσας κατάστασης 

Το τρέχον ρυθμιστικό πλαίσιο, όπως εκφράζεται μέσα από τον Ν. 4873/2021, είναι βελτιωμένο σε σύγκριση με το παρελθόν, αλλά παραμένουν κενά και ασάφειες, καθώς και εξειδικεύσεις και εξαιρέσεις που δεν αφορούν το σύνολο των φορέων και δύναται να δυσχεράνουν την ομαλή λειτουργία της ΚτΠ και την εκπλήρωση του σημαντικού της ρόλου. 

Ειδικότερα, ο ρόλος της ΚτΠ και των μη κυβερνητικών, μη κερδοσκοπικών οργανώσεων που την απαρτίζουν δεν ορίζεται πουθενά​ στο νομικό και κανονιστικ​ό πλαίσιο. Αν και η λειτουργία τους ρυθμίζεται από τον Ν. 4873/2021, η σχέση με την πολιτεία, η προσφορά στο κοινωνικό σύνολο δεν καθορίζονται, δεν οροθετούνται και δεν αναγνωρίζονται πουθενά. 

Επιπλέον, οι αρμοδιότητες για την εποπτεία της δράσης των ΟΚοιΠ παραμένουν διασκορπισμένες σε πολλά υπουργεία και διαφορετικές κρατικές υπηρεσίες, χωρίς τον απαραίτητο συντονισμό μεταξύ τους και συχνά χωρίς την απαραίτητη επίγνωση για τον τρόπο λειτουργίας και τον ιδιαίτερο ρόλο της ΚτΠ. Η έλλειψη εξειδίκευσης και συντονισμού στις κρατικές υπηρεσίες όσον αφορά την αλληλεπίδρασή τους με την ΚτΠ διαιωνίζει την κατάσταση σύγχυσης που επικρατεί και στις δύο πλευρές αυτής της σχέσης και μειώνει την αποτελεσματικότητα της δράσης των οργανώσεων, με αρνητικό αντίκτυπο για το κοινωνικό σύνολο. Χρειάζεται πολύ μεγαλύτερη ταύτιση προσεγγίσεων μεταξύ υπουργείων και στενή συνεργασία με την Κοινωνία των Πολιτών για τη χάραξη κοινής πολιτικής, τόσο στη θέσπιση κανόνων που επηρεάζουν τους καταστατικούς σκοπούς, τη λειτουργία ​και τις δράσεις ​των οργανώσεων, όσο και για τη σχέση τους με την πολιτεία. 

​​​​​Αναλυτικότερα, ο Ν. 4873/2021 εισάγει ορισμούς στο εγχώριο νομοθετικό πλαίσιο που αφορούν τις οργανώσεις της ΚτΠ, τους κοινωφελείς φορείς και την εθελοντική απασχόληση. Επιπλέον, ο Ν. 4873/2021 περιλαμβάνει ρυθμίσεις για τις σχέσεις της ΚτΠ με το κράτος, τη χρηματοδότηση των οργανώσεων με συνεπαγόμενες υποχρεώσεις, την εθελοντική απασχόληση, τον έλεγχο των οργανώσεων και ορισμένες φορολογικές διευθετήσεις.  

Ως προς την εποπτεία της λειτουργίας της ΚτΠ, ο Ν. 4873/2021 προβλέπει τη σύσταση νέας Διεύθυνσης ΟΚοιΠ και Κοινωφελών Φορέων εντός του Υπουργείου Εσωτερικών. Έχει αρμοδιότητες για τη λήψη και την αποθήκευση δεδομένων σε νέα Δημόσια Βάση Δεδομένων ΟΚοιΠ και νέο Ειδικό Μητρώο ΟΚοιΠ. Η εγγραφή και στα δύο μητρώα ​εμφανίζ​ει​ πολλά κεν​ά​, ασ​άφειες και σφάλματα που χρήζουν μελέτης και θα αναλυθούν παρακάτω. Παράλληλα, θεσπίζονται οικονομικά κίνητρα για τις οργανώσεις για την εγγραφή τους σε αυτές τις βάσεις δεδομένων. 

Στο πλαίσιο της εφαρμογής του Ν. 4873/2021, τον Μάρτιο του 2023, εκδόθηκε το Προεδρικό Διάταγμα 32/2023 (ΦΕΚ Α’ 64/18.03.2023), με το οποίο ρυθμίστηκαν οργανωτικά και λειτουργικά θέματα για τη σύσταση της νέας Διεύθυνσης ΟΚοιΠ και Κοινωφελών Φορέων. Τον Απρίλιο του 2023, εκδόθηκε η ΚΥΑ 6216/2023 (ΦΕΚ Β’ 2300/07.04.2023), με την οποία καθορίζεται ο τρόπος λειτουργίας της Δημόσιας Βάσης Δεδομένων ΟΚοιΠ και του Ειδικού Μητρώου ΟΚοιΠ, με έναρξη ισχύος την 07.07.2023 για τη δημόσια βάση (γενικό μητρώο) και την 07.08.2023 για το ειδικό μητρώο. 

Παρότι η Διεύθυνση ΟΚοιΠ και Κοινωφελών Φορέων έχει συσταθεί και τα νέα μητρώα έχουν τεθεί τυπικά σε ισχύ, δεν έχει διαφανεί ακόμα στην πράξη πώς το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο επηρεάζει τη λειτουργία της ΚτΠ και σε ποιον βαθμό έχουν καλυφθεί τα κενά που υπήρχαν κατά τη θέσπισή του. Ειδικότερα, δεν αναγνωρίζεται επαρκώς η προσφορά ​της ​ΚτΠ στη λειτουργία των θεσμών και στο κοινωνικό σύνολο ευρύτερα.  

Οι φορείς της ΚτΠ έχουν διαφορετικές νομικές μορφές (σωματεία, ΑΜΚΕ, ιδρύματα), και αυτό συνεπάγεται ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές στις νομικές απαιτήσεις που αντιμετωπίζουν και, κατά συνέπεια, στον τρόπο διαμόρφωσης της εσωτερικής λειτουργίας τους. Παρά τις διαφορές αυτές, θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι διέπονται επί της ουσίας από μια ίση νομοθετική αντιμετώπιση όσον αφορά τη διαφάνεια, τη χρηστή διακυβέρνηση και την αποτελεσματικότητα των έργων τους. Η αρχή της ίσης νομοθετικής αντιμετώπισης συνεπάγεται μια εναρμόνιση των κανόνων λειτουργίας τους σε θέματα που αφορούν τα όργανα διακυβέρνησης των οργανώσεων (όπως σύστημα εκλογής και διάρκεια θητείας των μελών τους), την τήρηση πρακτικών, οικονομικών απολογισμών, πεπραγμένων κλπ. Με τη νομική μορφή των φορέων της ΚτΠ να παραμείνει διακριτή, το νομικό πλαίσιο πρέπει να διασφαλίζει ότι οι κανόνες λειτουργίας τους είναι ίσοι και δίκαιοι (level playing field). 

Εξακολουθεί να υπάρχει έλλειψη ελεγκτικών μηχανισμών και λειτουργιών στον χώρο της ΚτΠ. Παράλληλα, παρατηρείται έλλειψη εξειδικευμένων γνώσεων για θέματα σχετικά με τη λειτουργία και τον ρόλο της ΚτΠ σε ομάδες επαγγελμάτων που προσφέρουν σημαντικές υποστηρικτές υπηρεσίες, όπως λογιστές, φοροτεχνικοί και δικηγόροι. Η έλλειψη εξειδικευμένων γνώσεων για την ΚτΠ στη δημόσια διοίκηση αλλά και στα επαγγέλματα που προσφέρουν υποστηρικτικές υπηρεσίες οδηγεί μερικές φορές σε λανθασμένες λειτουργίες οργανώσεων χωρίς πρόθεση για κακοδιαχείριση ή κατάχρηση πόρων. 

Ως αποτέλεσμα και των κενών στο ρυθμιστικό πλαίσιο, επανέρχονται στη δημόσια συζήτηση μεμονωμένες περιπτώσεις στις οποίες ιδιοτελείς σκοποί και συμφέροντα εξυπηρετούνται κάτω από τον μανδύα της ΚτΠ. Με αυτόν τον τρόπο, διαιωνίζεται μια λανθασμένη εικόνα για τον τρόπο λειτουργίας και δράσης της ΚτΠ στο σύνολό της, με αποτέλεσμα την απώλεια εμπιστοσύνης εκ μέρους της κοινωνίας, δυσχεραίνοντας την αποτελεσματικότητα των δράσεων και τη βιωσιμότητα των οργανώσεων. 

4.3 Προτάσεις ρυθμιστικού χαρακτήρα 

Το ρυθμιστικό πλαίσιο θα πρέπει να αναγνωρίζει επαρκώς τον ισχυρό θεσμικό λόγο ύπαρξης της ΚτΠ ως τον τρίτο πυλώνα της κοινωνίας που στέκεται στον ενδιάμεσο ζωτικό χώρο ανάμεσα στην ιδιωτική και τη δημόσια σφαίρα. Προς αυτή την κατεύθυνση, παρουσιάζονται στη συνέχεια προτάσεις για αλλαγές στο ρυθμιστικό πλαίσιο ως προς τις αρμοδιότητες και τη θεσμική υπόσταση της εποπτικής αρχής, τον ορισμό των οργανώσεων που εμπίπτουν στον σκοπό των ρυθμίσεων, τη διαχείριση των μητρώων και τις απαιτήσεις από τις οργανώσεις σχετικά με θέματα διαφάνειας και λογοδοσίας.  

4.3.1 Αρμοδιότητες, ανεξαρτησία και λογοδοσία της εποπτικής αρχής 

Ειδικότερα, η εποπτική αρχή για τα θέματα της ΚτΠ θα πρέπει να έχει τις κατάλληλες αρμοδιότητες, ανεξαρτησία, αλλά και λογοδοσία προς την κοινωνία, αφουγκραζόμενη τις ανάγκες των οργανώσεων της ΚτΠ. Για καλύτερη συνεργασία μεταξύ της πολιτείας και της ΚτΠ, στις αρμοδιότητες θα πρέπει να περιλαμβάνονται τόσο η εποπτεία της τήρησης των θεσπιζόμενων ρυθμίσεων από τις οργανώσεις, όσο και ο συντονισμός​ και η συνεργασία​ με διάφορες κρατικές υπηρεσίες και υπουργεία​.​ 

Η Διεύθυνση ΟΚοιΠ και Κοινωφελών Φορέων του Υπουργείου Εσωτερικών δεν διαφαίνεται να έχει τις αρμοδιότητες και τους απαιτούμενους πόρους για την εκπλήρωση ενός ενισχυμένου εποπτικού και συντονιστικού ρόλου. Επιπλέον, καθώς αποτελεί διεύθυνση ενός υπουργείου, δεν διασφαλίζεται επαρκώς η ανεξαρτησία της λήψης αποφάσεων από ενδεχόμενες πολιτικές σκοπιμότητες ή επιρροές. 

Επομένως, διαφαίνεται η ανάγκη για τη θέσπιση​ ​ενός φορέα ο οποίος θα είναι ανεξάρτητος και αντικειμενικός, με αρμοδιότητες που επεκτείνονται πέρα από την τήρηση της βάσης δεδομένων (γενικού μητρώου) και του ειδικού μητρώου ΟΚοιΠ. Αυτός ο φορέας θα μπορούσε να έχει τη μορφή ανεξάρτητης αρχής, παρατηρητηρίου ή άλλη μορφή στο πρότυπο άλλων χωρών, όπως η Charity Commission of England and Wales (Πλαίσιο 3.1 στην ενότητα 3 για τις διεθνείς πρακτικές). Στις αρμοδιότητες της προτεινόμενης αρχής θα πρέπει να περιλαμβάνονται η παρακολούθηση της δράσης και του απολογιστικού έργου των κοινωφελών φορέων, οι περιοδικές αναφορές για την κατάσταση της ΚτΠ, η ρύθμιση θεμάτων που αφορούν τη λειτουργία των φορέων και η διασφάλιση της απρόσκοπτης και διαφανούς εκτέλεσης του έργου της ΚτΠ. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι στη διακυβέρνηση της ​αρμόδιας ​αρχής συμμετέχουν μέλη με αναγνωρισμένο κύρος εκ μέρους της ΚτΠ και ευρύτερα της κοινωνίας, εκπροσωπώντας το σύνολο των τομέων δραστηριοποίησης της ΚτΠ, καθώς και με επαρκείς γνώσεις για τον ιδιαίτερο ρόλο και τρόπο λειτουργίας των οργανώσεων, ώστε να ενισχυθεί η ανεξαρτησία και η λογοδοσία της αρχής. 

4.3.2 Ορισμός και ρόλος της ΚτΠ  

Για να είναι σε θέση η ΚτΠ να εκπληρώσει αποτελεσματικά την αποστολή της, είναι σημαντικό να αναγνωριστεί ο θεσμικός ρόλος της νομοθετικά, ακολουθώντας τα παραδείγματα από διεθνή νομοθετικά κείμενα που παρουσιάστηκαν στο προοίμιο του Σχεδίου. Με αυτόν τον τρόπο, μπορεί να ενισχυθεί και η δέσμευση της πολιτείας, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και στην τοπική αυτοδιοίκηση, να συνεργάζεται με την ΚτΠ για τη χάραξη και την εφαρμογή σχετικών πολιτικών. 

Άλλωστε, στα νομοθετικά κείμενα της ΕΕ κατοχυρώνεται ο θεσμικός ρόλος της ΚτΠ στη διαδικασία διαβούλευσης της πολιτείας με την κοινωνία για τη λήψη πολιτικών αποφάσεων. Σε σχετική σύσταση του Συμβουλίου της Ευρώπης,9 προβλέπεται ότι στο πλαίσιο μιας επίσημης διαδικασίας, οι διαβουλεύσεις επιτρέπουν στις δημόσιες αρχές να συγκεντρώνουν τις απόψεις ατόμων, οργανώσεων και της ΚτΠ εν γένει (σημείο 22). Οι διαδικασίες διαβούλευσης δεν περιορίζονται αποκλειστικά στην ανάρτηση σχεδίων νόμων σε μια ηλεκτρονική πλατφόρμα, αλλά μπορούν να πραγματοποιούνται με διάφορα μέσα και εργαλεία, όπως συνεδριάσεις, δημόσιες ακροάσεις, έρευνες και ερωτηματολόγια (σημείο 23). Οι αρχές οφείλουν να παρέχουν δημοσίως διαθέσιμη ανατροφοδότηση πληροφοριών σχετικά με τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων, και ειδικότερα πληροφορίες που τεκμηριώνουν τις όποιες αποφάσεις λαμβάνονται τελικά (σημείο 24). Συστήνεται στις αρχές να λαμβάνουν υπόψη τη γνώμη των ΟΚοιΠ κατά την επεξεργασία νομοσχεδίων που επηρεάζουν το καθεστώς λειτουργίας τους, τα οικονομικά τους και τις σφαίρες λειτουργίας τους. Επομένως, και με βάση τη νομοθεσία της ΕΕ, η διαδικασία διαβούλευσης με την ΚτΠ στην Ελλάδα οφείλει να γίνει ουσιαστικότερη. 

Σε αυτή την κατεύθυνση, ενδιαφέρον παρουσιάζει η πρωτοβουλία Open Government Partnership, στην οποία συμμετέχουν πάνω από 70 χώρες (μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα) και πάνω από 100 τοπικές αυτοδιοικήσεις. ΟΚοιΠ χρησιμοποιούν την πλατφόρμα της πρωτοβουλίας για να προωθούν τα βασικά ζητήματα και τις επιδιώξεις τους. Ο ρόλος της πλατφόρμας είναι να βοηθήσει τις οργανώσεις να προσεγγίσουν άμεσα τους αρμόδιους κυβερνητικούς εκπροσώπους, και να παρέχει μια πλατφόρμα και μια διαδικασία για συνεχή συνεργασία μεταξύ τους. Προτείνεται η ενίσχυση του ρόλου της πλατφόρμας στη χώρα, με τη θέσπιση ενός φόρουμ της ΚτΠ στο πρότυπο άλλων χωρών που συμμετέχουν στην πρωτοβουλία.  

Με αυτόν τον τρόπο: 

  • ενθαρρύνεται ο διαρκής συντονισμός μεταξύ των ΟΚοιΠ και της πολιτείας σε θέματα δημόσιας συμμετοχής, διαφάνειας και λογοδοσίας· 
  • προωθείται η απόκτηση γνώσεων και παιδείας από τους υπευθύνους χάραξης πολιτικής και τα στελέχη της δημόσιας διοίκησης πάνω στις αξίες της συμμετοχής της ΚτΠ σε όλο τον κύκλο σχεδιασμού και υλοποίησης δημόσιων πολιτικών· 
  • ενισχύονται η φωνή και το οικοσύστημα της ΚτΠ. 

Προς την κατεύθυνση τεχνικής βελτίωσης των υφιστάμενων ρυθμίσεων, προτείνεται ο ορισμός της Οργάνωσης Κοινωνίας των Πολιτών (ΟΚοιΠ) στο ρυθμιστικό πλαίσιο να τροποποιηθεί ως εξής: «Εθελοντική Οργάνωση​​ που έχει συσταθεί και λειτουργεί στην Ελλάδα ως σωματείο ή αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία ή ίδρυμα, με κοινωφελή σκοπό, είναι ανεξάρτητη από κράτη ή κυβερνήσεις, την τοπική αυτοδιοίκηση, τους δημόσιους οργανισμούς δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, τους εμπορικούς, συνδικαλιστικούς και επαγγελματικούς οργανισμούς και ενώσεις, τις πολιτικές οργανώσεις και τα πολιτικά κόμματα. Η ανεξαρτησία αυτή προσδιορίζεται από τη μη συμμετοχή οιουδήποτε νομικού προσώπου που ανήκει στον δημόσιο τομέα, όπως αυτός προσδιορίζεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο α) του Ν. 4270/2014 (Α’ 143), με την εξαίρεση των νομικών προσώπων του άρθρου 68 παράγραφος 1 σημείο 3) του Ν. 4235/2014 (Α’ 32), στη σύνθεση των οργάνων διοίκησής τους και των γενικών συνελεύσεών τους». Με τη συγκεκριμένη τροποποίηση, αναγνωρίζεται το γεγονός ότι αρκετές οργανώσεις έχουν τη νομική μορφή ιδρύματος. 

4.3.3 Μητρώα ΟΚοιΠ 

Σχετικά με τη λειτουργία των μητρώων, ​κρίνεται απαραίτητο​ όλοι οι πιστοποιημένοι από το Πρωτοδικείο και το ΓΕΜΗ φορείς που εμπίπτουν στον ορισμό της ΟΚοιΠ να εγγράφονται στη Δημόσια Βάση Δεδομένων, ώστε να υπάρχει σαφής γνώση του πλήθους, της εξειδίκευσης και του χαρακτήρα της ΚτΠ στην Ελλάδα. Για λόγους διαφάνειας, τόσο στη Δημόσια Βάση Δεδομένων όσο και στο Ειδικό Μητρώο θα πρέπει να είναι προσβάσιμα στους πολίτες όλα τα κατατεθειμένα δικαιολογητικά των οργανώσεων, και όχι μόνο τα νομιμοποιητικά, στον βαθμό που δεν δημοσιοποιούνται προσωπικά δεδομένα (όπως ΑΦΜ, ΑΜΚΑ, διεύθυνση κ.ά.). 

Είναι κατανοητή η ανάγκη διάφορες δημόσιες υπηρεσίες, πέρα από το Υπουργείο Εσωτερικών, να τηρούν δικά τους μητρώα στα οποία να καταχωρούν οργανισμούς και φορείς που τηρούν εξειδικευμένα κριτήρια, κατάλληλα για τις επιμέρους εξειδικευμένες δράσεις και αρμοδιότητες της συγκεκριμένης δημόσιας υπηρεσίας. Θα πρέπει, ωστόσο, να μην επιβαρύνονται οι οργανώσεις με υπερβολικό διοικητικό βάρος, το οποίο μπορεί να αποφευχθεί με καλύτερο συντονισμό μεταξύ των δημόσιων υπηρεσιών. Πολλές από τις πληροφορίες που ζητούν οι επιμέρους δημόσιες υπηρεσίες θα μπορούσαν να τις αντλήσουν απευθείας από τα μητρώα του Υπουργείου Εσωτερικών. Οι απαιτήσεις τους από τις οργανώσεις που είναι εγγεγραμμένες στα επιμέρους εξειδικευμένα μητρώα θα μπορούσαν να περιοριστούν στις απαραίτητες επιπλέον πληροφορίες που αφορούν τον εξειδικευμένο τομέα αρμοδιότητάς τους (όπως η μετανάστευση, ο πολιτισμός, η δημόσια υγεία κλπ.). 

Θα πρέπει να διασφαλίζεται, μέσα από τις διαδικασίες που θεσπίζει η διαχειριστική αρχή των μητρώων, ότι η Δημόσια Βάση Δεδομένων παραμένει επίκαιρη και τυχόν ανενεργές οργανώσεις δεν παραμένουν εγγεγραμμένες, ώστε να υπάρχει ανά πάσα στιγμή μια πραγματική εικόνα για την ΚτΠ στην Ελλάδα. Αυτό θα επιτρέπει τη σωστή ανάλυση και αναγνώριση αναγκών και ευκαιριών για την περαιτέρω ενεργοποίηση της ΚτΠ προς επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η κοινωνία στην Ελλάδα. Ειδικότερα, προτείνεται να καταστεί υποχρεωτική η τακτική αποστολή στοιχείων από τις οργανώσεις προς τη Δημόσια Βάση Δεδομένων με συχνότητα που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη. Σε περίπτωση που μια οργάνωση δεν έχει ανανεώσει τα δεδομένα της στη Δημόσια Βάση Δεδομένων εντός διετίας, προτείνεται να διαγράφεται από τη βάση έως ότου στείλει τα απαιτούμενα στοιχεία. 

Το Ειδικό Μητρώο επίσης απαιτεί αποσαφήνιση και διευκρίνιση μιας σειράς θεμάτων. Το Ειδικό Μητρώο χωρίζεται σε έξι υποομάδες,10 ενώ θεσπίζεται ο περιορισμός μια ΟΚοιΠ ​​να μην είναι εγγεγραμμένη σε περισσότερες από τέσσερεις υποομάδες. Υπάρχουν, ωστόσο, οργανώσεις και πεδία δράσεων που δεν εμπίπτουν με ξεκάθαρο τρόπο στις υφιστάμενες υποομάδες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι φιλοζωικές οργανώσεις, οι οποίες είναι ένας αρκετά μεγάλος αριθμός και θα μπορούσαν να ταξινομηθούν ως διακριτή ομάδα. 

Επιπλέον, δεν είναι εμφανής η σκοπιμότητα για τον τρέχοντα περιορισμό του νόμου ως προς τον αριθμό υποομάδων στις οποίες δύναται να εγγραφεί μια οργάνωση. Υπάρχουν φορείς που δραστηριοποιούνται σε πολλούς διαφορετικούς τομείς, εκτελώντας σε ορισμένες περιπτώσεις έναν χρήσιμο συντονιστικό ρόλο προς άλλες μικρότερες οργανώσεις. Για παράδειγμα, το 17% του δείγματος στο έργο ΘΑΛΗΣ ΙΙ και το 33% του δείγματος του ΘΑΛΗΣ Ι δήλωσαν ότι δραστηριοποιούνται σε περισσότερους από τρεις τομείς. 

4.3.4 Αμοιβές των μελών στα διοικητικά όργανα των οργανώσεων 

​​​Ένα ιδιαίτερο θέμα που χρήζει προσοχής είναι η δυνατότητα αμοιβής των μελών των οργάνων διοίκησης (ΔΣ) των οργανώσεων της ΚτΠ. Πρόκειται για ένα πολύπλοκο ζήτημα που δεν έχει διεθνώς σαφή πρακτική.  

Γενικότερα, ως καλή πρακτική θεωρείται η αποχή των μελών του ΔΣ από αμοιβές. Παρότι ρητή απαγόρευση από τη νομοθεσία παρατηρείται σε ελάχιστες χώρες, στις περισσότερες περιπτώσεις οργανώσεων της ΚτΠ, τα μέλη του ΔΣ δεν πληρώνονται. Στις χώρες όπου παρατηρούνται περιπτώσεις αμοιβής μελών του ΔΣ οργανώσεων, η πρακτική ακολουθείται ανάλογα με τον τομέα δραστηριοποίησης και τα χαρακτηριστικά κάθε οργάνωσης, που σε έναν βαθμό προσδιορίζουν και τον ρόλο που έχει το ΔΣ στη λειτουργία της. 

Ειδικότερα, σε χώρες όπως ΗΒ, Γερμανία, Βραζιλία, Αυστραλία, Ολλανδία και Καναδάς, είναι σύνηθες η συμμετοχή στο ΔΣ να μην αμείβεται λόγω του φιλανθρωπικού και συμβουλευτικού χαρακτήρα του οργάνου. Αντίθετα, στη Γαλλία και το Μεξικό, παρατηρείται η πρακτική τα μέλη του ΔΣ να αμείβονται για τη συνεισφορά τους και την εμπλοκή τους στις εργασίες και την ευρύτερη οργανωσιακή δομή των οργανώσεων. Στις ΗΠΑ, η πρακτική διαφέρει μεταξύ των πολιτειών, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι ο νόμος δεν εμποδίζει την αποζημίωση των μελών του ΔΣ, σε λογικά πλαίσια, ακόμα και σε πολιτείες όπου αυτή η πρακτική δεν είναι συνήθης.  

Επομένως, ένα τέτοιο περίπλοκο θέμα δεν μπορεί να καθορίζεται αποκλειστικά από νομοθετικές ρυθμίσεις, ενώ ιδιαίτερο ρόλο έχουν η αυτορρύθμιση των οργανώσεων και η ορθή λειτουργία των σχετικών ελεγκτικών μηχανισμών. Σε κάθε περίπτωση, αναλύσεις και ευρήματα ερευνών δείχνουν ότι ο χρόνος που επενδύεται από μέλη του ΔΣ είναι δυσανάλογος με την όποια αποζημίωση μπορεί να λαμβάνουν. 

Η απόφαση αμοιβής των μελών του ΔΣ βασίζεται συχνά στο επιχείρημα πως έτσι ένας οργανισμός μπορεί να διατηρήσει καταρτισμένα μέλη, τα οποία μπορούν να προσφέρουν πολύτιμα οφέλη στον οργανισμό σε μια μονιμότερη βάση και όχι ευκαιριακά ή ως πάρεργο. Παράλληλα, επιτρέπει σε οικονομικά πιο ευάλωτα άτομα να συμμετέχουν στην ΚτΠ. Από την άλλη πλευρά, υποστηρίζεται ότι η πληρωμή των μελών του διοικητικού συμβουλίου μπορεί να υπονομεύσει τους στόχους και τη διαφάνεια μιας οργάνωσης, καθώς και να δημιουργήσει συγκρούσεις συμφερόντων, όταν συγχέονται οι ρόλοι ελεγκτή-ελεγχόμενου. 

Στην Ελλάδα, που είναι μικρότερη χώρα και με περιορισμένη ποσοτικά ΚτΠ, το πρόβλημα της ενασχόλησης ατόμων στα ΔΣ είναι ακόμα πιο έντονο. Είναι κατανοητό ότι μια νομική οριζόντια απαγόρευση στις αμοιβές μελών του ΔΣ θα προκαλέσει σειρά προβλημάτων και θα καταστήσει τη λειτουργία μιας σειράς υγιών οργανώσεων απαγορευτική. Για αυτόν τον λόγο, προτείνεται η θέσπιση κάποιων ορίων και η υποχρέωση δημοσιοποίησης της πρακτικής αμοιβής των μελών του ΔΣ (π.χ. με τη δημιουργία ειδικού πεδίου στο Ειδικό Μητρώο), αλλά και βελτιώσεις στα αντικίνητρα που υπάρχουν αυτή τη στιγμή για συμμετοχή μελών στα ΔΣ των οργανώσεων.  

Όσον αφορά τις αμοιβές, ο Ν. 4873/2021 δεν επιτρέπει την εγγραφή στο Ειδικό Μητρώο ΟΚοιΠ που έχουν οποιουδήποτε είδους σύμβαση με πρόσωπα που συμμετέχουν στη διοίκηση ή είναι καταστατικά μέλη, καθώς και με πρώτου βαθμού συγγενείς τους, πλην συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας, με συνήθεις όρους και αποδοχές, που δεν υπερβαίνουν το 5% του συνόλου των εργαζομένων κατ’ έτος. Δεν επιτρέπει επίσης την εγγραφή σε οργανώσεις που έχουν συνάψει συμβάσεις με εταιρείες τις οποίες ελέγχουν αυτά τα πρόσωπα έναντι αμοιβής ή ανταλλάγματος που υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ ετησίως.  

Ο συγκεκριμένος περιορισμός επιβαρύνει και περιορίζει δυσανάλογα τις μικρότερες οργανώσεις, ενώ επιτρέπει μεγαλύτερη άνεση σε μεγαλύτερες, χωρίς ιδιαίτερη διασφάλιση της διαφάνειας και της τήρησης της νομοθεσίας. Για αυτόν τον λόγο, προτείνεται το όριο της αμοιβής ενός μέλος του ΔΣ ή αντίστοιχων οργάνων διοίκησης των οργανώσεων να συνδεθεί με συγκρίσιμα ατομικά μεγέθη που προσαρμόζονται διαχρονικά, όπως ο εθνικός κατώτατος μισθός ή ο ανώτατος μισθός των εργαζομένων της οργάνωσης. Για παράδειγμα, μπορεί να τεθεί όριο ένα μέλος του ΔΣ να μπορεί να αμείβεται με ποσό που δεν υπερβαίνει το διπλάσιο του εθνικού κατώτατου μισθού. Εναλλακτικά, εφόσον υπάρχουν αμειβόμενα στελέχη στην οργάνωση, το όριο μπορεί να τεθεί στο 75% του ανώτατου μισθού αυτών των στελεχών. 

Όσον αφορά την ύπαρξη δικλίδων ασφαλείας, προτείνεται η σύνδεση της δυνατότητας αμοιβής μελών του ΔΣ με ελάχιστο αριθμό μελών του ΔΣ. Πιο συγκεκριμένα, προτείνεται η δυνατότητα αμοιβών σε μέλη του ΔΣ, μόνο εφόσον το ΔΣ αποτελείται τουλάχιστον από 5 άτομα εκ των οποίων τουλάχιστον το 50% είναι μη αμειβόμενα. Προτείνεται επίσης ο νόμος να προβλέπει την ύπαρξη εκτελεστικών (και δυνητικά αμειβόμενων) και μη εκτελεστικών (και μη αμειβόμενων) μελών, ώστε να περιορίσει τη διοικητική ευθύνη των μη αμειβόμενων και να επιτρέψει την ενασχόλησή τους, κυρίως ως δικλίδα διαφάνειας και ελέγχου. Η συγκεκριμένη πρόνοια προτείνεται να ισχύει για όλες τις οργανώσεις της Δημόσιας Βάσης και όχι μόνο για την εγγραφή στο Ειδικό Μητρώο.  

4.3.5 Ευθύνες και συμμετοχή μελών στα διοικητικά όργανα των οργανώσεων 

Παράλληλα, είναι απαραίτητη η βελτίωση και η απομάκρυνση των αντικινήτρων που υπάρχουν αυτή τη στιγμή, καθώς και η θέσπιση ορισμένων ορίων για την ευθύνη συμμετοχής στα όργανα διοίκησης. Πιο συγκεκριμένα, προτείνεται στα πρότυπα των νομικών μορφών περιορισμένης ευθύνης (όπως ΕΠΕ και ΙΚΕ) να απαλειφθεί η απεριόριστη οικονομική ευθύνη των μελών των οργανώσεων, και ειδικότερα του προέδρου. Η συγκεκριμένη πρόβλεψη του νόμου δυσχεραίνει τη συμμετοχή πολιτών ως μελών των οργανώσεων, καθώς τους καθιστά υπόλογους με την προσωπική τους περιουσία, κάτι που δεν προβλέπεται ούτε καν για κερδοσκοπικές επιχειρήσεις με τη μορφή ΑΕ, ΕΠΕ ή ΙΚΕ. 

Επιπρόσθετα, το ισχύον νομικό πλαίσιο ορίζει ότι τα μέλη της διοίκησης των οργανώσεων που θα εγγραφούν δεν μπορεί να έχουν καταδικαστεί για μια ευρεία λίστα αδικημάτων, πολλά εκ των οποίων είναι πλημμελήματα μικρότερης ποινικής απαξίας, και μάλιστα χωρίς κάποιο χρονικό όριο. Η αναφορά σε αδικήματα όπως κλοπή, συκοφαντική δυσφήμιση κ.α. αποκλείει πολλές οργανώσεις των οποίων τα ιδρυτικά μέλη υπήρξαν κάποτε παραβατικά. Για παράδειγμα, πολλές οργανώσεις στον τομέα των ναρκωτικών ουσιών έχουν δημιουργηθεί από πρώην χρήστες, οι οποίοι πιθανά να μην έχουν λευκό ποινικό μητρώο, ενώ οι μηνύσεις για συκοφαντική δυσφήμιση είναι συχνές προς οργανώσεις με δράσεις ανεξάρτητης εποπτείας (watchdog). Αποτελεί μια διάταξη που συμπεριλαμβάνει ένα μεγάλο φάσμα αδικημάτων και έρχεται σε ιδεολογική αντίθεση με πολλά καταστατικά οργανώσεων που δουλεύουν πάνω στην επανένταξη και την αποϊδρυματοποίηση. Προτείνεται περιορισμός της λίστας αδικημάτων στα απολύτως απαραίτητα, και κυρίως σε κακουργήματα, καθώς και ο προσδιορισμός ανώτατου χρονικού ορίου τέλεσης αυτών, τουλάχιστον αναφορικά με τα πλημμελήματα. 

4.3.6 Κίνητρα για ενίσχυση της διακυβέρνησης των οργανώσεων 

​​​​​   Σημαντική έλλειψη στη λειτουργία των οργανώσεων, ειδικά της μορφής αστικών μη κερδοσκοπικών εταιρειών (ΑΜΚΕ), σχετίζεται με τη σύσταση και τη λειτουργία οργάνων διακυβέρνησης και εσωτερικού ελέγχου. Ειδικά εφόσον πρόκειται για οργανώσεις που διεκδικούν σημαντική κρατική χρηματοδότηση, και επομένως είναι αυξημένος ο κίνδυνος κατάχρησης πόρων και αμαύρωσης της εικόνας της ΚτΠ, είναι απαραίτητο να τεθούν ελάχιστες βασικές προδιαγραφές σε θέματα οικονομικής διαχείρισης και λειτουργίας οργάνων διακυβέρνησης. Ειδικότερα, για τις οργανώσεις που εντάσσονται στο Ειδικό Μητρώο και σε περίπτωση που δεν προβλέπεται ήδη από τη νομική μορφή που έχουν, προτείνεται η θέσπιση τακτικών γ​ενικών ​συνελεύσεων και η εκλογή διοικητικού ​σ​υμβουλίου με ελάχιστο αριθμό μελών (π.χ. πέντε ή επτά μέλη), ανάλογα με τον τύπο οργάνωσης. Τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων θα πρέπει να εκλέγονται από τη γενική ​σ​υνέλευση και να καθορίζονται διαδικασίες αποβολής ή παύσεως ενός μέλους. 

Οι αυξημένες απαιτήσεις για εγγραφή στο Ειδικό Μητρώο είναι απαραίτητες για τη μείωση του κινδύνου κατάχρησης πόρων. Ωστόσο, αυτές οι απαιτήσεις δημιουργούν σημαντική επιβάρυνση για τις οργανώσεις, ειδικά εάν προστεθούν απαιτήσεις για αυξημένη διαφάνεια και εσωτερική διακυβέρνηση. Επομένως, συστήνεται ενίσχυση των χρηματοδοτικών κινήτρων που παρέχονται προς τις οργανώσεις που εντάσσονται στο Ειδικό Μητρώο και ευρύτερα προς νομικές μορφές όπως είναι τα σωματεία, τα οποία ούτως ή άλλως τηρούν αυξημένες προδιαγραφές διαφάνειας και εσωτερικής λειτουργίας.  

Ταυτόχρονα, θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι τα αυξημένα κίνητρα εγγραφής στο Ειδικό Μητρώο δεν δημιουργούν μια ΚτΠ δύο ταχυτήτων, με λίγες καταξιωμένες οργανώσεις που απολαμβάνουν ιδιαίτερα ευνοϊκής μεταχείρισης, και μικρότερες, περισσότερο εξειδικευμένες ή με μικρότερη γεωγραφική εμβέλεια οργανώσεις που αντιμετωπίζουν ακόμα μεγαλύτερες δυσκολίες επιβίωσης. Η θέσπιση ανώτατου ορίου χρηματοδότησης, ώστε οι οργανώσεις που εγγράφονται στο Ειδικό Μητρώο να έχουν πρόσβαση σε έργα υψηλότερου προϋπολογισμού, αφήνει χώρο για τη χρηματοδότηση μικρότερων οργανώσεων που κατά κανόνα εκτελούν δράσεις με χαμηλότερες χρηματοδοτικές ανάγκες. Με αυτόν τον τρόπο, εκτός του ότι εισάγονται δικλίδες για περιορισμό του κινδύνου κατάχρησης δημόσιων πόρων, δημιουργούνται κίνητρα για τις μεγαλύτερες οργανώσεις να ακολουθούν αυστηρότερες προδιαγραφές διαφάνειας και εσωτερικής διακυβέρνησης. Σε κάθε περίπτωση, η παροχή χρηματοδότησης δεν θα πρέπει να βασίζεται αποκλειστικά στο κριτήριο εγγραφής σε ένα μητρώο, αλλά θα πρέπει να περιλαμβάνει ποιοτική και συγκριτική αξιολόγηση κάθε οργάνωσης ως προς την ικανότητά της να διεκπεραιώσει επιτυχώς τον ρόλο της σε εκάστοτε προτεινόμενη δράση.11  

Είναι σημαντικό να διευκρινιστεί ότι ο ρόλος του Ειδικού Μητρώου δεν αφορά την αξιολόγηση των οργανώσεων της ΚτΠ αλλά τη διαβάθμιση λόγω μεγέθους, με σκοπό να αυξήσει τον έλεγχο, δεδομένων των πόρων που αυτές διαχειρίζονται αλλά και της κλίμακας παρέμβασης που διαθέτουν. Η παραμονή οργανώσεων στη Δημόσια Βάση Δεδομένων δεν συνεπάγεται επ’ ουδενί μικρότερης αξίας ή χαμηλότερης ποιότητας έργο. Το έργο των μικρών οργανώσεων είναι πολύτιμο, ειδικά σε τοπικό επίπεδο, σε εξειδικευμένα θέματα κ.α., διασφαλίζοντας μια σειρά σημαντικών κοινωφελών δράσεων, η οποία δεν απαιτεί ή δεν υποστηρίζει απαραίτητα τη μεγέθυνση των οργανώσεων αυτών σε επίπεδο που να δικαιολογεί την είσοδο τους στο Ειδικό Μητρώο. Παράλληλα, πολλές οργανώσεις χρειάζονται χρόνο προκειμένου να στήσουν διαδικασίες, τεχνογνωσία και εμπειρία διαχείρισης μεγαλύτερων δράσεων και προγραμμάτων, ώστε να ενταχθούν στο Ειδικό Μητρώο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν διαχειρίζονται πολύ καλά μικρότερες δράσεις. Εν κατακλείδι, το Ειδικό Μητρώο είναι ένα σύστημα ποσοτικής και όχι ποιοτικής διαβάθμισης και δεν θα πρέπει να συγχέεται ο ρόλος του, ενώ η Δημόσια Βάση Δεδομένων περιλαμβάνει εξίσου οργανώσεις υψηλής ποιότητας και προσφοράς, και αυτό πρέπει να γίνει αντιληπτό από την πολιτεία και όλους τους φορείς που χρηματοδοτούν δράσεις της ΚτΠ.  

4.4 Εθελοντισμός: καθορισμός, ρυθμιστικό πλαίσιο, κίνητρα 

Σημαντικό στοιχείο της ρύθμισης της λειτουργίας της ΚτΠ αφορά τον εθελοντισμό. Ο εθελοντισμός έχει παράδοση και ιστορία. Η προσφορά βοήθειας είναι μια αρχέτυπη ανθρώπινη ανάγκη και σημαντικό συνδετικό στοιχείο στη λειτουργία κοινωνικών ομάδων. Θα ήταν δύσκολο να φανταστούμε την κοινωνία στην οποία ζούμε χωρίς τις μεγάλες μάχες που έδωσαν επώνυμοι και ανώνυμοι άνθρωποι αφιλοκερδώς, για να εξασφαλίσουν συνθήκες και δικαιώματα που σήμερα μας φαίνονται αυτονόητα. 

Οι φορείς της Κοινωνίας των Πολιτών στηρίζονται στην εθελοντική προσφορά ως ένα πολύτιμο και απαραίτητο στοιχείο για την επίτευξη των σκοπών τους. Τα όργανα διακυβέρνησης των οργανώσεων αποτελούνται από άτομα που δεν λαμβάνουν οποιαδήποτε υλική ανταμοιβή για τον χρόνο και την εμπειρία που προσφέρουν. Επιπλέον, εθελοντές συμμετέχουν στις δράσεις των οργανώσεων σε τακτική ή ευκαιριακή βάση.  

Στηριζόμενες στην εθελοντική προσφορά, οι οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών υπολογίζεται ότι συνεισφέρουν άμεσα ή έμμεσα περίπου 3 δις ευρώ στο ΑΕΠ της χώρας, υποστηρίζοντας περίπου 90.000 θέσεις εργασίας στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας, εκ των οποίων σχεδόν 40.000 καταγράφονται ως εργαζόμενοι στις ίδιες τις οργανώσεις. Επίσης, αν πληρώνονταν όλοι οι εθελοντές των οργανώσεων από το κράτος, το ποσό θα ανερχόταν ετησίως σε περίπου 350 εκατομμύρια ευρώ.12 

Παρά τη σημασία του εθελοντισμού για την ΚτΠ και, κατ’ επέκταση, για την οικονομία και την κοινωνία στην Ελλάδα, το ρυθμιστικό πλαίσιο για τον εθελοντισμό μέχρι πρόσφατα είχε​ πάλι​ πολύ σοβαρές ελλείψεις. ​Επισημαίνουμε, μεταξύ άλλων, ότι ​​μ​ε τον Ν. 4873/2021, στο ίδιο νομικό πλαίσιο με τη ρύθμιση της ΚτΠ, εισήλθαν ορισμοί για τον εθελοντή και τον εθελοντισμό και νομοθετήθηκαν ρυθμίσεις για την εθελοντική απασχόληση. Ειδικότερα, προβλέπεται ότι η εθελοντική απασχόληση δεν συνιστά δραστηριότητα υπακτέα στην κοινωνική ασφάλιση ούτε συνιστά μορφή εξαρτημένης εργασίας, και, επομένως, δεν εφαρμόζονται στην εθελοντική απασχόληση οι διατάξεις του εργατικού δικαίου (με εξαίρεση την παροχή μέσων ατομικής προστασίας, την τήρηση ωραρίου και τη λήψη μέτρων υγειονομικής ασφάλειας). Προς αποφυγή κατάχρησης, προβλέπεται η αναγγελία των εθελοντών στο πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, με εξαίρεση τις έκτακτες περιπτώσεις προσφοράς εργασίας.  

Προς την επίλυση των ως άνω κενών, προτείνεται να απλοποιηθεί ο ορισμός του εθελοντή ως «φυσικό πρόσωπο που παρέχει εθελοντικές υπηρεσίες σε ατομική ή συλλογική βάση στο πλαίσιο δράσης ενός φορέα με κοινωφελή σκοπό​».​ Ως προς τον ορισμό του εθελοντισμού, προτείνεται να περιλαμβάνει την προσφορά εργασίας ή υπηρεσιών ​​σε έργα ή προγράμματα φορέων της Κοινωνίας των Πολιτών και δημόσιων φορέων κοινωφελούς σημασίας, άνευ οικονομικού η άλλου ανταλλάγματος, πέραν της κάλυψης δαπανών (μεταφοράς, διαμονής, σίτισης) οι οποίες έχουν άμεση σχέση με την εθελοντική απασχόληση.  

Ειδική δυσκολία προκύπτει από την ανάγκη καταγραφής των εθελοντών στο πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ. Αρκετοί εθελοντές είναι ευκαιριακοί (μπαζάρ, εκδηλώσεις), γεγονός που δημιουργεί προβλήματα στον έλεγχο και την καταγραφή τους με τις παρούσες απαιτήσεις. Προτείνεται να απλοποιηθεί η καταγραφή των εθελοντών στο ΕΡΓΑΝΗ όταν πρόκειται για μονοήμερες δράσεις, με δήλωση του αναμενόμενου αριθμού εθελοντών, χωρίς στοιχεία ταυτοποίησής τους. Η ονομαστική αναγγελία στο σύστημα ΕΡΓΑΝΗ μπορεί να περιοριστεί σε περιπτώσεις συμμετοχής σε προγράμματα εθελοντικής απασχόλησης που αφορούν συγκεκριμένα άτομα σε τακτική βάση και με διάρκεια που υπερβαίνει τις μερικές ώρες συμμετοχής σε μια εκδήλωση. Καθώς για πολλές οργανώσεις η συμμετοχή εθελοντών αφορά εκδηλώσεις που επαναλαμβάνονται σε συγκεκριμένες ημερομηνίες του έτους, προτείνεται η πρόβλεψη για δήλωση του αναμενόμενου αριθμού εθελοντών ανά εκδήλωση ετησίως, με σκοπό τη μείωση του διοικητικού βάρους στις οργανώσεις και τους διαχειριστές του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, χωρίς να αυξάνεται ο κίνδυνος κατάχρησης και αδήλωτης εργασίας. 

Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην πλειονότητα των χωρών της ΕΕ υπάρχουν ειδικές πρόνοιες για την αξιοποίηση δημόσιων υπαλλήλων ειδικών καθηκόντων κοινωφελούς σκοπού (γιατροί, πυροσβέστες, κοινωνικοί λειτουργοί κ.ά.), προκειμένου να μπορούν να συμμετέχουν σε δράσεις της ΚτΠ. Με αυτόν τον τρόπο, εμπλουτίζουν την κοινωνική προσφορά, αποκτούν εξειδικευμένη εμπειρία, εκπαιδεύουν και εκπαιδεύονται αλλά και συνδέουν ειδικές δημόσιες λειτουργίες με τις αντίστοιχες της ΚτΠ. Στην Ελλάδα, απαιτείται επανεξέταση του Κώδικα Δημοσίων Υπαλλήλων, ώστε να συμπεριλάβει τέτοιες πρόνοιες, που απουσιάζουν αυτή τη στιγμή, καθιστώντας απαγορευτικό σε δημόσιους υπαλλήλους να συμμετάσχουν εθελοντικά σε τέτοιες δράσεις.  

Ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο για την καλλιέργεια του εθελοντισμού και της ενίσχυσης της κατανόησης του ρόλου της ΚτΠ για μια εύρυθμη κοινωνία έχει το εκπαιδευτικό σύστημα. Αντλώντας από τις καλές πρακτικές διεθνώς, οι εξής δράσεις ενδεικνύονταν ως κατάλληλες για την ενίσχυση και τον εμπλουτισμό του σχολικού προγράμματος στην Ελλάδα:  

  • ενημέρωση για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του ενεργού πολίτη· 
  • συζήτηση μέσα στην τάξη για τοπικά, εθνικά, περιφερειακά και διεθνή θέματα, και ειδικά αυτά που επηρεάζουν και ενδιαφέρουν τους νέους άμεσα· 
  • ενεργή συμμετοχή στην επίλυση προβλημάτων που αφορούν στην τοπική κοινότητα του σχολείου, και γενικότερα σύνδεση του σχολείου με την κοινωνία (service – learning)· 
  • σχεδιασμός ειδικών προγραμμάτων εφαρμογής της μάθησης στο σχολείο στην τοπική κοινότητα· 
  • συμμετοχή των μαθητών σε δράσεις στην κοινότητα για την επίλυση τοπικών προβλημάτων και θεμάτων· 
  • εξωσχολικές δραστηριότητες με εθελοντική δράση· 
  • συμμετοχή στη σχολική διακυβέρνηση· 
  • προσομοιώσεις δημοκρατικών διαδικασιών.

Προτεραιότητες για δράση

  • Ενίσχυση των αρμοδιοτήτων, της ανεξαρτησίας και της λογοδοσίας της εποπτικής αρχής για τα θέματα της ΚτΠ·
  • Νομοθετική κατοχύρωση του ρόλου της ΚτΠ και θέσπιση διαδικασιών ουσιαστικής διαβούλευσης της πολιτείας, σε εθνικό και τοπικό επίπεδο, με τους φορείς της ΚτΠ για τη χάραξη και εφαρμογή πολιτικών·
  • Εγγραφή όλων των ΟΚοιΠ που είναι πιστοποιημένες από το Πρωτοδικείο στη Δημόσια Βάση Δεδομένων του Υπουργείου Εσωτερικών, με αυξημένη πρόσβαση των πολιτών σε πληροφορίες της βάσης και τακτική αποστολή στοιχείων από τις οργανώσεις (κάθε δύο έτη το πολύ) ·
  • Κατάργηση του περιορισμού μια ΟΚοιΠ να μην είναι εγγεγραμμένη σε περισσότερες από τέσσερις υποομάδες του Ειδικού Μητρώου·
  • Σύνδεση του ορίου της αμοιβής ενός μέλους του ΔΣ με τον κατώτατο μισθό ή τον ανώτατο μισθό των εργαζομένων της οργάνωσης·
  • Ελάχιστος αριθμός μελών του ΔΣ για εγγραφή στο Ειδικό Μητρώο·
  • Πρόβλεψη για μη εκτελεστικά, μη αμειβόμενα μέλη σε όλες τις οργανώσεις που εγγράφονται στη Δημόσια Βάση Δεδομένων·
  • Απάλειψη της απεριόριστης ευθύνης των μελών του ΔΣ, και ειδικότερα του προέδρου, στα πρότυπα των νομικών εταιρικών μορφών περιορισμένης ευθύνης·
  • Περιορισμός της λίστας αδικημάτων για υποψήφια μέλη του ΔΣ, κυρίως σε κακουργήματα·
  • Θέσπιση τακτικών γενικών συνελεύσεων και εκλογή διοικητικού συμβουλίου με ελάχιστο αριθμό μελών για τις οργανώσεις που εντάσσονται στο Ειδικό Μητρώο·
  • Ενίσχυση των χρηματοδοτικών κινήτρων που παρέχονται προς τις οργανώσεις που εντάσσονται στο Ειδικό Μητρώο·
  • Απλοποίηση του ορισμού του εθελοντή και του εθελοντισμού·
  • Απλοποίηση της καταγραφής εθελοντών στο ΕΡΓΑΝΗ όταν πρόκειται για μονοήμερες δράσεις·
  • Πρόβλεψη για δήλωση του αναμενόμενου αριθμού εθελοντών ανά εκδήλωση ετησίως·
  • Επανεξέταση του Κώδικα Δημοσίων Υπαλλήλων για διευκόλυνση του ενεργού εθελοντισμού στον Δημόσιο Τομέα·
  • Εκπαιδευτικές δράσεις για την ενίσχυση του εθελοντισμού, την ενεργοποίηση των μαθητών στην αντιμετώπιση των αναγκών της τοπικής κοινωνίας, και τη συμμετοχή τους σε δημοκρατικές διαδικασίες.

9 Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη συμμετοχή των πολιτών στις διαδικασίες λήψης πολιτικών αποφάσεων, Συμβούλιο της Ευρώπης CM(2017)83

10 α) Υγεία, Κοινωνική Αλληλεγγύη και Πρόνοια, β) Περιβάλλον, Πολιτική Προστασία, Ποιότητα Ζωής, γ) Δικαιώματα του Ανθρώπου, Δικαιοσύνη, Διακυβέρνηση, δ) Παιδεία, Έρευνα, Πολιτισμός, ε) Καταναλωτής, και στ) Διεθνής Ανθρωπιστική και Αναπτυξιακή Συνεργασία, Βιώσιμη Ανάπτυξη.

11 Οι προτεινόμενες αλλαγές στη φορολογία και τη χρηματοδότηση των οργανώσεων παρουσιάζονται στην ενότητα 4 του Σχεδίου.

12 Πηγή: IOBE (2023), Έρευνα για τη συνεισφορά της Κοινωνίας των Πολιτών στην ελληνική οικονομία, civilsocietycontribution.gr.